εξαχλωραιθάνιο

εξαχλωραιθάνιο
Χλωριοπαράγωγο του βενζολίου, του τύπου C2Cl6. Είναι άχρωμο κρυσταλλικό σώμα με ελαφριά οσμή καμφοράς. Έχει σημείο τήξης 189°C, είναι αδιάλυτο στο νερό, λίγο διαλυτό στο οινόπνευμα και στον αιθέρα και ευδιάλυτο στον διθειάνθρακα. Χρησιμοποιείται στην παραγωγή πλαστικών της κυτταρίνης αντί της καμφοράς, στη θεραπευτική κατά των λεβιθών και στην κατασκευή εντομοκτόνων.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • υπερχλωραιθάνιο — το, Ν χημ. άλλη ονομασία τής ένωσης εξαχλωραιθάνιο. [ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. perchloroethane < λατ. per, το οποίο στον ελλ. τ. αποδόθηκε με το υπερ + chloro (< χλωρός) + ethane (βλ. αιθάνιο)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”